| 
View
 

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΧΑΘΕΙ

Page history last edited by Tryfon 10 years, 11 months ago

 

  Ο ΜΥΛΩΝΑΣ


 Από τα πανάρχαια χρόνια, οι άνθρωποι καλλιεργούσαν τα δημητριακά προϊόντα, (σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, σίκαλη). Αυτά τα προϊόντα ήταν η πρώτη ύλη για τη διατροφή τους. Ιδιαίτερα το σιτάρι ήταν η βασική ύλη πολλών παρασκευασμάτων. Όμως το σιτάρι πρώτα έπρεπε να υποστεί ειδική επεξεργασία, όπως ήταν το άλεσμα από το οποίο γινόταν το αλεύρι. Για να το πετύχει αυτό ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τα τεχνικά μέσα που είχε ανακαλύψει την εποχή που ζούσε. 
Πρώτα χρησιμοποίησε τους πετρόμυλους που ακόμη και στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν σε χρήση. Μετά χρησιμοποίησε τους νερόμυλους και τους ανεμόμυλους, εκμεταλλευόμενος τη δύναμη του νερού και του αέρα. Στη συνέχεια χρησιμοποίησε το πετρέλαιο ως κινητήρια δύναμη και σήμερα τον ηλεκτρισμό. 

 

 

 

 

     Ο ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΠΩΛΗΣ


Ο πλανόδιος εφημεριδοπώλης είναι ο επαγγελματίας που ασκεί το επάγγελμά του χωρίς να έχει συγκεκριμένο μαγαζί, παραλαμβάνει τις εφημερίδες από τα Πρακτορεία Διανομής Τύπου και προωθεί την καθημερινή κυκλοφορία του ελληνικού τύπου περπατώντας στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας τις πωλεί στους περαστικούς Αθηναίους ή τις αφήνει στην είσοδο των σπιτιών των μόνιμων πελατών του. (Κτυπά το κουδούνι. Καλημέρα κυρ-Φάνη, έφερα τις εφημερίδες. Αφήνει ένα πακέτο εφημερίδες στην πόρτα και φεύγει.)
Ο εφημεριδοπώλης των αρχών του 20ού αιώνα διαλαλούσε τη πραμάτειά του: το “Σκριπ”, το “Άστυ”, την “Ακρόπολη” και πολλές φορές ενημέρωνε για τα μεγάλα γεγονότα:"Εφημερίδες! Έκτακτο παράρτημα! Πόλεμος! Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο! Από το πρωί εισέβαλε στη χώρα μας! Πόλεμος!"
Αποτελεί μια από τις χαρακτηριστικές φιγούρες της γειτονιάς. 
 

 

Ο ΝΕΡΟΥΛΑΣ 

 

Τον παλιό καιρό τα νοικοκυριά δεν είχανε βρύσες στα σπίτια τους όπως σήμερα με τρεχούμενο νερό, μόνο κανένα πηγάδι εδώ και εκεί, έτσι κάθε πρωί περνούσε μετά τον γαλατά, ο νερουλάς!Βέβαια στα χώρια δεν υπήρχαν αυτά τα δυο επαγγέλματα, διότι γάλα είχαν σχεδόν όλοι και νερό είχαν από τις κεντρικές βρύσες του χωριού, που το κουβαλούσαν οι γυναίκες με τις βαρέλες ή με πιο μεγάλα βαρέλια που τα φόρτωναν στο γαϊδουράκι !Ο νερουλάς συνήθως είχε επάνω στον γάιδαρο του δυο βαρελάκια δεμένα ή σε ένα καρό ένα-δυο μεγάλα βαρέλια με νερό και φώναζε στις γειτονίες ή χτυπούσε την κουδούνα του. Έτρεχαν έξω οι νοικοκυρές και οι υπηρέτριες από τα αρχοντικά με  τα δοχεία τους και έπαιρναν το νερό, ενώ ταυτόχρονα γινότανε και το σχετικό "πηγαδάκι" για το κουτσομπολιό της ημέρας !

 

Ο πιο διάσημος νερουλάς της πατρίδας μας , ήταν ο γνωστός ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης. Βέβαια πέρασαν τα χρόνια, οι νερουλάδες άφησαν τα καρά τους και χρησιμοποίησαν πλέον τις μηχανές (αυτές με τις τρεις ρόδες). Τέλος φτάνουμε στην εποχή μας. Ο νερουλάς , υπάρχει ακόμα και γυρίζει τις γειτονίες όπως παλιά, αλλά ....με μια μεγάλη διάφορα ! 
                                    

 

ΓΙΑΝΝΗΣ Κ.

 

 

 

                                                      Ο  παγωτατζής                      

 

 

Οι  παγωτατζήδες  βράζανε, το  γάλα και  προστέτανε  ζάχαρι, αυγά, κακάο ή  βανίλια  ανάλογα

με  τη γέυση  που  θέλανε  να  φτιάξουνε. Όταν  έβραζε  το  μίγμα  το  βάζαν  σε' να  μεταλικό 

κάδο που  ο  οποίος  βρισκόταν  μέσα  σε' να  ξύλινο  βαρέλι. Στο  κενό  ανάμεσα  στο  βαρέλι

και  τον  κάδο  ,βάζαν  πάγο  και ανακάτευαν  το  μίγμα  μέχρι  να πήξει. Βάζαν  το  βαρέλι  στο

καρότσι  και  γύριζαν  τις  γειτονιές, γλυκαινοντας  μικρούς  και  μεγάλους.

 

 

Κων/νος

 

 

 

 

 

πλανόδιος μανάβης

Ο πλανόδιος μανάβης ήταν από τους πιο αγαπητούς μικροπωλητές στα χωριά. Σ’ αυτό δεν συντελούσε μόνο η εξυπηρέτηση και η προμήθεια των απαραίτητων τροφίμων στην οικογένεια του χωρικού αλλά η καθημερινή επαφή με τις νοικοκυρές δημιουργούσε μια φιλική σχέση που τη διέκρινε η αμοιβαία εμπιστοσύνη. Ο μανάβης ιδιαίτερα όταν αυτός ήταν ευχάριστος και κοινωνικός άνθρωπος ενημέρωνε τις νοικοκυρές για όσα γίνονταν στον κόσμο. Βλέπετε τότε δεν υπήρχαν τα ΜΜΕ και ο μανάβης αποτελούσε ένα μέσο ενημέρωσης. Αυτός θα μετάφερε και τα διάφορα νέα από χωριό σε χωριό.

Το επάγγελμα του μανάβη πέρασε και αυτό διάφορα στάδια εξέλιξης. Τα πρώτα χρόνια ο πλανόδιος μανάβης χρησιμοποιούσε ένα από τα πιο συμπαθητικά ζώα, το γαϊδουράκι που από εδώ και πέρα θα το βλέπουμε όλο και πιο σπάνια. Το φόρτωνε με κοφίνια και από τις δύο πλευρές του. Μέσα είχε διάφορα ζαρζαβατικά ανάλογα με την εποχή γιατί τότε δεν υπήρχαν θερμοκήπια και στην αγορά διακινούνταν μόνο τα εποχιακά. Μετά από λίγα χρόνια και σε συνδυασμό με την οικονομική επιφάνεια του μανάβη το γαϊδουράκι αντικαταστάθηκε από το άλογο ή από το δίτροχο κάρο. Έπρεπε να φροντίζει ο μανάβης για την καλή κατάσταση του ζώου και τη διατροφή του, να το ξεκουράζει συχνά και να του δίνει νερό. Απαραίτητα εργαλεία: η ζυγαριά (κρεμαστή) οι οκάδες και τα δράμια που αργότερα έγιναν κιλά και γραμμάρια. Την εποχή πριν το 1940 οι άνθρωποι στα χωριά δεν πλήρωναν με χρήματα. Οι συναλλαγές γίνονταν με είδος.     Ο κάμπος ήταν φυτεμένος με διάφορα οπωροφόρα δέντρα και καλλιεργούσαν κηπευτικά. Ήταν τα λεγόμενα περιβόλια του κάμπου. Εκεί κάθε κηπουρός ή περιβολάρης καλλιεργούσε τα προϊόντα: πατάτες, τομάτες, μελιτζάνες, φασολάκια κ.ά. καλλιέργειες φρούτων και ζαρζαβατικών. Επίσης χειμερινά κηπευτικά όπως κουνουπίδια λάχανα, σέλινα, μαρούλια, κρεμμύδια κ.ά. 

Πώς τα πουλούσαν

Κάθε περιβολάρης μάζευε τα προϊόντα και τα τοποθετούσε σε διάφορα κοφίνια. Τα μεγάλα κοφίνια τα έλεγαν “ανδρικά” και τα πιο μικρά “καφάσια”. Τα κηπευτικά αυτά κάθε πρωί τα φόρτωναν στα άλογα ή τα γαϊδούρια και πήγαιναν καιτα πουλούσαν στα περίχωρα. Είχαν μαζί τους και την “πελάντζα” δηλαδή τη ζυγαριά για τις μικρές ποσότητες. Για τις μεγάλες ποσότητες π.χ ένα τσουβάλι πατάτες, είχαν τα “καντάρια”. Γύριζαν λοιπόν σε όλο το Κρανίδι και διαλαλούσαν τα προϊόντα φωναχτά ώστε να βγουν οι νοικοκυρές να ψωνίσουν τα προϊόντα τους. Πουλούσαν την πραμάτεια τους στις καλύτερες τιμές διότι τα καλλιεργούσαν μόνοι τους και δεν μεσολαβούσαν οι έμποροι. Είχαν μεγάλη πελατεία σε κάθε γειτονιά επειδή όλοι ήξεραν ότι ήταν φρέσκα και φτηνά. Όταν ξεπουλούσαν πήγαιναν στις ταβέρνες δυο-δυο μανάβηδες φίλοι, έπαιρναν ένα μεζέ και τέλος έκαναν διάφορα ψώνια για τις ανάγκες της οικογένειας. Κατά το μεσημεράκι γύριζαν πάλι στη δουλειά τους. Αυτό γινόταν καθημερινά και έτσι ήταν το επάγγελμα τους.

 

 Γιάννης Κ. 

 

ΓΑΝΩΤΗΣ

 

 

 

Γανωτής  ή  γανωτζής  ή  γανώματος  ονομάζεται  ο  τεχνίτης  που  επικαλύπτει  χάλκινα  σκεύη  με  κασσίτερο  (καλάι) ,  ο κασσιτερωτής  = καλαΐτζής.  Οι  γανωτζήδες ήταν συνήθως  πλανόδιοι  τεχνίτες  που  αναλάμβαναν  το  γαλβανισμό  και  το  στίλβωμα  των  χάλκινων  οικιακών  συσκευών, όπως  τα  ταχρία , τα  καζάνια,  τα  κουτάλια,  τα  πιρούνια κλπ.

Η  φωνή  του  πλανόδιου  γανωτή, τραχιά  και  δυνατή   θα  αντηχεί    ακόμη  στα  αυτιά  όσων  τους  πρόλαβαν " ΓΑΝΩΤΗΣ"! Μπακάρια  γανώνωωωω!

ΓΑΝΩΩΩΤΗΣ! Μα  δεν  ακούγεται  πια  στις  γειτοινιές  της  Αθήνας.  Στις  αρχές  του  2ου  αι.  ο  γανωτζής  κουβαλούσε  στην  πλάτη  του  τα  απαραίτητα   εργαλεία  και  περπατώντας  φώναζε  και  καλούσε  τις  νοικοκυρές  να  του  φέρουν  τα  είδη  που  θέλει. 

 

 

 

ΚΑΤΕΡΙΝΑ Μ.

Comments (8)

Αναστασία Π. said

at 7:31 pm on Nov 11, 2013

μπράβο πολύ ωραίο

Γιάννης Κ. said

at 7:47 pm on Nov 11, 2013

ευχαριστώ πολύ !!!!!!!!!!!!!!!☺♥○♠♂♂♂♂

Αναστασία Π. said

at 8:34 pm on Nov 11, 2013

Πώς βάζεις φάτσες;

Δημήτρης Κ. said

at 3:26 pm on Nov 12, 2013

πηγή;

Γιάννης Κ. said

at 6:24 pm on Nov 12, 2013

δεν βρήκα πως λέγεται η σελίδα

Γιάννης Κ. said

at 9:00 pm on Nov 12, 2013

μπράβο Κωνσταντίνε , συνέχισε έτσι !!!!!!!!!!!!! ☺

Κατερίνα Μ. said

at 8:28 pm on Nov 20, 2013

ΣΤΟΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΠΩΛΗ ΕΧΕΙΣ ΒΑΛΕΙ ΣΚΟΥΡΑ ΓΡΑΜΑΤΑ ΚΑΙ
ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΑ ΔΙΑΒΑΣΩ.

Ειρήνη Σ. said

at 10:29 am on Jun 29, 2014

σιγα ρε Κατερινα

You don't have permission to comment on this page.